Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

0_3

λέξεις και σκέψεις αποθηκευμένες σε σκόρπια φύλλα στο μυαλό μου. δε θα τις δει ποτέ κανείς. ιδέες που γεννιούνται και πεθαίνουν μέσα μου. αυτή είναι η πραγματικότητα μου. εγκεφαλική και εσωτερική. και όταν εξωτερικεύεται προβολές δικές μου είναι σε όποιον τύχει να βρεθεί κοντά μου. με μηδενική εστίαση και διάφραγμα κλειστό. 

κι όμως σήμερα είναι μια ωραία μέρα.όχι γιατί ισχύει, αλλά γιατί κουράστηκα να μην είναι

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

0_1

κι όταν οι μουσικές σωπάσουν και τα μάτια σου κλείσουν καμία γαλήνη, αγριεμένα μυαλά ψάχνουν βία και αίμα. δικό μου να στραγγίζει από κάθε πόρο κορμιού που δεν ανταποκρίνεται.  σαν τα ζόμπι που έκρυβες σήμερα θα ρθουν να σου κολλήσουν τη φωτογραφία άλλης πάνω σου. λίγο πιο όμορφης, χαμογελαστής και με καλύτερα ρούχα. θα σε διορθώσουν και η μάσκα θα μείνει αγκυλωμένη πάνω σου στην ίδια βολική πόζα για καιρό. μέχρι να λιώσεις εσύ από μέσα. και να μείνεις δισδιάστατη, χωρίς σκιά και σημεία προσαρμογής εύκαιρα για τον καθένα. δάχτυλα σε default χαιδεύουν μόνο το δικό σου κορμί και το παγωμένο σου μηχάνημα στο οποίο μέσα ζεις. ηλίθιες ομοικαταληξίες και κακή προφορά. άνθρωποι που δε σε έχουν ανάγκη και δικαιολογίες που βαρέθηκες να ακούς. γκρίνια χειρότερη κι από τον πιο κακό σου εαυτό. μίζερη και ατελής. ότι είπες για σένα γίνεται όλο και πιο ψέμματα. και νεύρα γεμάτη, και φθόνο και ζήλεια και να που έγινες ο μικρότερος άνθρωπος που θα μπορούσες. ούτε να γράψεις μια όμορφη πρόταση δεν μπορείς πια. κλέβεις τα μπαλόνια αλλονών κι εσύ ξέχασες το δικό σου πίσω. το δωσες να το φυλάνε μέχρι να γυρίσεις κι αυτό ξεφούσκωσε. κι αναρωτιέσαι μόνη σου δυνατά γιατί τα γράφεις όλα αυτά...βαυκαλίζεσαι γλυκιά μου ξανά. καταραμένη δε θα γίνεις ποτέ μονο θλιβερή και απεχθής. να περπατάς με το ζόρι στα καινούρια σου έπιπλα.  

0_0

δυνατές μουσικές που θα σε σώσουν. Σου υπόσχονται τα πάντα λίγο πριν από το τίποτα. Εκεί που τα όνειρα σου έχουν συρρικνωθεί σε μία πραγματικότητα που δεν είναι η ζωή σου. Σκέψεις πεζές, κεφάλι σε μέγκενη και ούτε καν ένα βαρετό ταξίδι για σένα. 

Αναμασάς τα ίδια παραμύθια σαν να μην τα βαρέθηκες, σαν να μην ξέρεις πως η πριγκίπισσα θα γίνει μια βαρετή νύφη στο τέλος. Ναρκοληπτικό μυαλό και μάτια νεκρά. Από μέσα θαμπό φως. Σημάδια φθοράς τα βλέπουν όλοι εκτός από σένα αφού κι ο καθρέφτης σου μόνο ψέματα έμαθε να λέει.

Μέχρι και τα χέρια που φανταζόσουν χάθηκαν. Τώρα μόνο ψεύτικα φουρφούρια που σε απογειώνουν, αιθέρια εσύ για πρώτη φορά και σε παρασέρνουν ριπές αέρα μέχρι τα φτερά να γίνουν λεπίδες και να κομματιάσουν τις σάρκες σου. Να σε ξεσκίσουν για να υποκύψεις στο βάρος σου και να ξαναβρεθείς στην κόλαση του έκτου που φτάνει μέχρι τα υπόγεια.

Να φοβάσαι σκιές εσύ που κάποτε ήσουν ατρόμητη, να ξορκίζεις τα φαντάσματά σου με μηχανικές γραφές και ψεύτικα χαμόγελα. Να κάνεις ότι ερωτεύεσαι κάθε πέντε λεπτά. Να προσποιείσαι την ειλικρίνειά σου, να ξεχνάς τη γλώσσα σου και να μιλάς μόνη σου.

Γιατί τα βράδια γίνονται όλο και πιο κρύα και δε σου 'μεινε τίποτα να κάψεις έκτος ίσως από κάτι χρωστούμενες σελίδες.



Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Στο repeat λοιπόν. Αλλονών λόγια δικά μου για ένα ακόμα βράδυ. Που να 'ναι τώρα μια παγωμένη βότκα όταν την έχεις ανάγκη, σκέτη, γυαλιστερή, κατ'ευθείαν απ' την κατάψυξη. Βάλσαμο. Όλα τα υπόλοιπα υποκατάστατα κι από τέτοια γεμάτη. Στον καπνό ελπίζω μόνο. Το μόνο αυθεντικό που μου 'χει μείνει. Με αγώνα κι αυτό.

Και στο βάθος κανείς, και στο βάθος κήπος. Ο γνωστός, με τα κεράσια του, τα μήλα του, τις αληθινές ντομάτες και μια ξεχασμένη αιώρα ανάμεσά τους.

Μισές οι σκέψεις μου. Υποκατάστατα κι αυτές. Σκόρπιες και δανεικές όλες. Ανακυκλώνομαι, αναπαράγομαι. Με βαρέθηκα.

Εδώ οι εφιάλτες. Εδώ κι ο έρωτας. Δανεικός κι αυτός. Αναστεναγμοί άλλων για κάποιες στιγμές δικοί μου. Και μεταοργασμική θλίψη τώρα. Άνευ οργασμού, άνευ ηδονής. Κενή αγγίγματος, πλήρης ενοχών, πλήρης δακρύων, πλήρης καπνών.

Κι όλα τα λόγια μου ξένα, κλεμμένα. Σφετερίστρια του εαυτού μου. Κι αυτό το νερό δεν καίει όσο πρέπει. Δε με εξαγνίζει, δε με ξεπλένει. Πανάκεια τα καινούρια μου φάρμακα.

Μια ΄μέρα θα γράψω χαρούμενη. Δε θα καπνίζω, δε θα πίνω, δε θα κρύβομαι. Μια μέρα τα γράμματα μου θα χαμογελάνε και θα χορεύουνε, θα είναι καθαρά και ευανάγνωστα. Τα μάτια μου θα γυαλίζουνε αλλιώς. Τα χέρια μου θα θυμούνται άλλο κορμί και θα ανατριχιάζουν ανακαλύπτοντάς το νοερά. Το κεφάλι μου δε θα πονάει και τα πόδια μου δε θα τρέμουν. Η φωνή μου θα γίνεται βραχνή από μνήμες κοντινές.

Εκείνη τη μέρα θα έχω αλλάξει χρώμα.

καταφύγιο

θυμάσαι που έψαχνες/ε να το/γεμάτο φαντάσματα/σκάλες και χώμα/ θαμένη κι εσύ/ξανά/πάντα
κάπου εκεί που ο ουρανός μπερδεύεται με τις σκάλες/κι αυτές με το χώμα/κι εσύ πάλι να ορίζεις τον ορίζοντα/αυθαίρετα/και να του δίνεις όγκο/και να μπαίνεις μέσα/τάχα κρυμμένη/ποτέ στ'αλήθεια/φαντασιώσεις και ψέματα/μόνο έτσι

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

ονειρεύτηκα

πως έχτιζες μια φυλακή για να βγεις απ'τη δική σου. Αυτή που μόνη μπήκες μια ανοιξιάτικη μέρα.

Την φτιάχνεις σε μια χώρα απ'το μηδέν με πολλά νερά και γίγανες που σε τρομάζουν. Και για να νοιώσεις σαν κι αυτούς βάζεις μέσα τα νερά, μέσα τον αέρα και σηκώνεσαι στους αιθέρες. 

Με τροφίμους ιδανικούς που εσύ θα τους εκπαιδεύσεις να ζούνε μέσα στο δικό σου παραμύθι. Με λέξεις μεγάλες και χώρους να παίζουν. Μεγάλα παιδιά που κάτι έκαναν λάθος κι εσύ ένας θετός γονιός να τους μαλώνεις γλυκά.

Μάθε μόνο πως κανένας δε θα τιμωρήσει κι εσένα, ίσως απλά να σε εκπαιδεύσει με χώρους και χορούς άλλους. Με άλλο Foucault  και κιναισθησία προσωπική.

Κι ας μην στηρίζεται πουθενά, τα όνειρα είναι καμωμένα απ'τους δικούς τους κανόνες.

Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

αυτές οι Κυριακές...

που ο καιρός μοιάζει κάπως καλύτερος και ένας ζεστός καφές που μήνες τώρα σου 'χα υποσχεθεί. Που από παράξενα όνειρα πετάγεσαι ώρες περίεργες για σένα.

κι από όνειρο σε όνειρο ξανά...γιατί τι άλλο μπορεί να είναι αυτή η περίεργη ζωή. Που μοιάζει με άλλης κι όμως δική μου, με το ζόρι. Ημιτελής αυτή , σε αναμονή εγώ.

αυτές οι κυριακές με αταίριαστα ξυπνήματα ανθρώπων που συνπάρχουν όλοι μαζί στο ίδιο όνειρο γιατί αλλιώς μάλλον δε γίνεται.

αυτές οι κυριακές που νοσταλγούν κάποιες άλλες με λίγο δυνατότερο ήλιο και κάπως περισσότερους ανθρώπους, πνιγμένους σε μια ρουτίνα που δεν μπορώ να έχω πια.

αυτες οι κυριακές που μόνο έρωτα ζητούν

και ίσως κάποια γνώριμη εφημερίδα...

Κυριακή 15 Μαΐου 2011


Πάμε ξανά εφηβεία... Αλήθεια αντέχεις δεύτερο γύρο; Κλεισμένη στα βιβλία σου και τις κάπως καλύτερες μουσικές σου...αμίλητη θαρρείς αιώνες πάλι. Σε ρόλο διακοσμητικό οι λιγοστοί που σου 'χουν μείνει. Με μετρημένες κουβέντες, με συστολή και ανείπωτα μυστικά.


Το σφίξιμο γνωστό και αφήνεσαι πάλι. Σε υγρά απογεύματα και σιωπηλά βράδια. Δεν έμαθες να κάνεις τίποτα άλλο θαρρώ. Και σε λυπάμαι ξανά.

Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

κομμάτια

κομμάτια δικά μου σε πόλεις άλλες. Μακριά, ανεξάρτητα. Κι εγώ εδώ ημιτελής. Νομίζω στάζει αίμα το κορμί μου ζητώντας αυτά που του λείπουν. Πονά και ζητά! Επιστροφή των κλεμμένων, των δανεισμένων, ακόμα και των χαρισμένων.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2011


δύο εγώ μέσα σε ένα. Χωρίς καλό και κακό, χωρίς κλισέ, χωρίς έρωτα. Απλά δύο.

Με φόντο κοινό και πάντα στο δρόμο. Σε ρόδες δανεικές, με μουσικές ξένες, με σκέψεις παλιές. Εναλλασσόμενα ασπρόμαυρα μοτίβα κοινά, απ’ τα παλιά κι απ’ τα καινούρια συγχρόνως. Και τα δύο ένα, και ξανά δύο, και μια περιοδική αυξομείωση που ζαλίζει, μπερδεύει, αναστατώνει.

Κι εγώ να γυρνάω ξανά σε μια περίεργη σταθερά, εδώ για χρόνια, τώρα όμως άλλη κι αυτή. Με σοβαρές ερωτήσεις που απαντήσεις δεν έχω. Με αναμονή για κάτι που ακόμα δεν είμαι. Με νοσταλγία για τόσα και φόβο για τα άλλα.

Και τα χέρια βαμμένα ξέθωρο κόκκινο ξανά.

Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

...

πάλι είπα τα λάθος λόγια κι ας νόμιζες πως τα δικά μου ήταν ωραία...
και τώρα πως να τ'αλλάξω που βγήκαν με κόμπο στο λαιμό και χέρι να τρέμει. Τα δικά σου στρωτά, ήρεμα, κατ' ευθείαν στην καρδιά.

τι άλλο να πω...στο πα απ'την αρχή σήμερα...δε σκέφτομαι!μόνο ποναω.

συγνώμη για κάθε μου βλακεία, τρέλα, ανωριμότητα, ανικανότητα.
συγνώμη αν φάνηκα λίγη, εγωίστρια, γκρινιάρα.
συγνώμη αν σε καταπίεσα, σε δυσκόλεψα, σε έφερα σε δύσκολη θέση.
συγνώμη για όλα, ό,τι έκανα κι ό,τι θα κάνω.

σ'ευχαριστώ για όλα αυτά που δεν ξέρω πως να μετρήσω, να βάλω σε σειρά, να ονομάσω, να παραδεχτώ, 
σ' ευχαριστώ γιατί είσαι ότι πιο σημαντικό βρήκα τυχαία.
σ' ευχαριστώ που με ανέχτηκες, που με μάλωσες, που με ανέβασες.
σ'ευχαριστώ γιατί μ'αφήνεις να κλέβω κάτι από σένα.

και πώς αλλιώς...αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2011

ξημερώνει...

με αϋπνία, αγωνία, φαντασία για κάτι πλέον πολύ κοντινό.

Πώς να συνοψίσεις τόσους μήνες, όνειρα, άγχος, δημιουργία, σχέδια, κουβέντες, αστεία, ανθρώπους. Κι όλα κοινά, κι όλα ξεχωριστά. Και κάποια δικά μου, και κάποια αλλονών. Και μυστικά, αποκαλύψεις, εκδρομές, απογοητεύσεις, χορός, ποτά.

Και τώρα πώς; Πώς να σας κάνω να καταλάβετε πως σ' όλο αυτό  είμαι κάπου κι εγώ. Πως με βρήκα, στην καλύτερή μου εκδοχή.

Από που να ξεκινήσω λοιπόν; Αφού ούτε εγώ θυμάμαι καλά καλά. Μόνο σκόρπια λόγια, εικόνες, ξενύχτια, φίλους και βράδια ινσόμνιας.

Κι αν τα ξεχάσω τώρα πώς θα με καταλάβετε;

Κι αν κάτι μου ξεφύγει μήπως με ξαναχάσω;

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

λίγο πριν


με μολύβι δανεικό, νέα εσωτερικά, ένα αργό μηχάνημα και μία παραγγελία σε αναμονή.

Γύρω έρωτας για κάποιους, πιο χαρούμενους, ίσως πιο τυχερούς. Εγώ λογικά κάπως έτσι. Με πολύ αγάπη και λίγη δουλειά.

Κι αν όχι έτσι, πως αλλιώς;



Τι συμβαίνει όταν η διόρθωση έγκειται στο γράμμα και όχι στον αριθμό;

Απορίες ενός κάπως mauve ανθρώπου προς έναν κάπως πιο πολύχρωμο.

Ένα σουρεαλιστικό καζανάκι που ορίζει μήνες και μνήμες, που μας στροβιλίζει όλους μαζί και τον καθένα μόνο.

Δύο μπογιές να παλεύουν και μια γλώσσα να τρέχει. Και η δική μας σιωπή να κάνει fade in σε λόγο αργά και σταδιακά.

Κι ένας τοίχος από εμμονές/ιδέες/αγωνία/ελπίδα. Ένας τοίχος γεμάτος όνειρα κατοίκησης.

Δικά της, δικά του, ίσως και δικά μου, μακάρι και δικά σου.



Κι οι εμμονές όλων εδώ. Μια περίεργη λούπα να τις επαναφέρει. Καθένας με τις δικιές του. Κι όλες να επανέρχονται. Ξανά και ξανά οι ίδιες, κοινές, μέσα στην ίδια λούπα να παίζουν ένα ιδιόμορφο κρυφτό. Όλες ψάχνουν μια αλήθεια, εδώ ίσως χωρική, αλλού ίσως ερωτική. Υπερεκτιμημένες και παρεξηγημένες πάντα.

Κι όλο εκδοχές, αμφιβολίες, άγχος και καπνοί. Μετά κι άλλες εμμονές, αυτές λίγο χαζές, υλικές, συναισθηματικές, ψυχαναγκαστικές, τρυφερές. Για ένα μολύβι, για ένα τηλέφωνο, για ένα χρώμα, για ένα σχέδιο, για έναν άνθρωπο.

Κι όλες δικές σου.
κι οι δικές μου μάλλον δανεικές.

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

πωλείται κορμί


σε τιμή ευκαιρίας. Κάπως φθαρμένο, σαφώς χαλασμένο, πιθανότατα χαμένο. Πωλείται για όλους τους λάθους λόγους.

Πίσω από μάτια που γυαλίζουν, πίσω από μια άλλη φωνή, πίσω από πόνους στον κορμό κρύβονται αιτίες ξένες σε μένα. Αιτίες πώλησης, όλες λάθος, επαναλαμβανόμενες, φθηνές.

Κι η επιθυμία στο βάθος… ακόμα πιο πίσω, καταχωνιασμένη , ανίσχυρη θαρρείς. Κρύβεται από μένα σαν να με ντρέπεται, σαν να μην μου αξίζει αφού δειλή με βγάζω στο σφυρί αντί να με χαρίσω, με ξεπουλάω λίγο λίγο υποκύπτοντας σε τραύματα επιφανειακά, αφήνοντας τα να πάρουν το δρόμο τους προς το εσωτερικό του κορμιού μου.

Πωλείται κορμί γιατί εγώ το βαρέθηκα.

Άμεσα και όσο όσο. Πληροφορίες εντός…

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

ένας λαβύρινθος εκεί κάτω


Αλήθεια θυμάσαι γιατί; Καταφύγιο για τις επιθυμίες μας ίσως. Εκεί που δεν πιάνουν οι κεραίες. Στα σκοτεινά. Χώμα γύρω τριγύρω. Χώμα και λίγοι άνθρωποι. Μόνο σώματα. Γίνονται ένα με τους τοίχους, με το χώμα. Σώματα σε αναμονή. Για μένα, για σένα, για τους εαυτούς τους. Χωρίς ονόματα, χωρίς προσχήματα.

Ένας λαβύρινθος γι’ αυτά που δεν βλέπουμε. Για να κρυφτούμε ίσως. Τι περιμένει στο τέλος του; Μόνο μια πόρτα κι αυτή ούτε καν κόκκινη! Μια πόρτα και μια άνοδος δύσκολη. Για θαρραλέους μόνο. Σώματα γυμνά κατ’ ευθείαν στην πλατεία. Περήφανοι που ανέβηκαν απ’ το δικό μας λαβύρινθο, λεπτά πριν χωρίς όνομα, καθαρή επιθυμία.

Ένας λαβύρινθος που πληροί τις προϋποθέσεις τους, που καλύπτει  τις ανάγκες μας. Δεν κρύβει παρά μόνο στεγάζει τα «κακώς καμωμένα»… 

Αλλά κι εμάς… που ‘ναι το θάρρος μας; Τον εξορίσαμε στα έγκατα.
Κατακόμβη, απαντάς, ιερότης και μυσταγωγία στην επιθυμία. 
Ας είναι…πώς να μην υποκύψεις στην τελετουργία του έρωτα;

hush now


και η κουβέντα ενός καφέ συντροφιά για τέτοιες ώρες. Ώρες ωραίες, μιας μοναξιάς επίπλαστης, με καπνούς ενοχών, άδεια ποτήρια, φίλους πίσω από ένα καθρέφτη κι ένα φως τόσο εκτυφλωτικό όσο και ψεύτικο.

Ώρες που ένα παλιό σαξόφωνο χτυπάει κατ' ευθείαν στομάχι.

Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

ονειρεύτηκα;


μια φυλή από κόκκινους ανθρώπους κατέκλυσε τον κόσμο… η αρχηγός τους με κοίταξε και μου πήρε το σκαλπ… λάθος χρώμα, για ακόμα μία φορά.

Και μετά κατάλαβα.
Φτιάχνω δικούς μου ανθρώπους για να γεμίζουν τις σελίδες μου. Όλοι με τις ίδιες γραμμές, αναγκασμένοι σε μια δική μου κλωνοποίηση, γυμνοί, χωρίς φύλο και πάντα εντυπωσιακά μαλλιά. Κι αν είναι έτσι γιατί πήραν τα δικά μου; 

παράλληλες ιστορίες


μία στο χαρτί και μία εδώ. Μία από χέρι που τρέμει και μία με τη σιγουριά ενός κέρσορα που αναβοσβήνει περιμένοντας, σχεδόν πιεστικά, να πάει παρακάτω. Να πάρει! Πρώτη φορά το βλέπω στ’ αλήθεια…

Νόημα σε καμία από τις δύο. Κι εγώ στη μέση. Ίσως κενή νοήματος κι εγώ από καιρό. Εγκλωβισμένη σε μία πραγματικότητα που μόνο όνειρο μπορεί να είναι… με τον εαυτό μου να αρνείται να συμβαδίσει με αυτή… Και γι’ αυτό σαν κάπου να χάθηκα, συνήθειες άλλες, ξένες. Μα τι μου κάνατε;


Εσύ και οι φανταστικοί σου φίλοι… τωρινοί και μελλοντικοί.
Εσύ και φανταστικοί σου θαυμαστές, εραστές… στ’ αλήθεια κανείς… για την ώρα τουλάχιστον.
Εσύ και η φτιαχτή σου αισιοδοξία… η ελπίδα που ούτε εσύ ελπίζεις.
Εσύ και κανά δυο ακόμα σαν κι εσένα σαν κι εσένα…
Εσύ που δημιουργείς μικρά δράματα, κι έλεγες τους άλλους…
Εσύ με τα μικρά σου ψέματα, εσύ που σε έχασα και σε ψάχνω.
Εσύ που σε βαρέθηκα.
Εγώ που πάλι παίζω μια άλλη.